Οδοιπορικό στις Άλπεις - Καλοκαίρι 2002... Back

 

Θανάσης Πεχλιβάνης & Μίνα Χασάπη
 
Tο βουνό Mont Blanc (στα ελληνικά σημαίνει Λευκό Όρος ) βρίσκεται στην καρδιά των Άλπεων πάνω από όλες τις άλλες κορυφές. Ένα βουνό μυθικό για την ομορφιά του (οι παγετώνες που το πλαισιώνουν είναι μοναδικό ανά τον κόσμο θέαμα) αλλά και το υψόμετρο του. Με τα 4.807 μέτρα του είναι πράγματι "η στέγη της Ευρώπης", πέρα από εκεί δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Εκεί γεννήθηκε ο Αλπινισμός όταν στις 8 Αυγούστου του 1786 ο J. Balmat και ο M-G. Paccard κατέκτησαν την μυθική ως τότε κορυφή που μέχρι σήμερα παραμένει ένα σύμβολο και μια πρόκληση για κάθε ορειβάτη.

Η διαδρομή που ακολουθήθηκε ήταν Nid d' Aigle (2372 μ.) - Καταφύγιο Gouter (3.817 μ.) και την επόμενη μέρα Mont- Blanc μέσω Aiguille du Gouter και Col du Dome. Η κλασσική αυτή αλπική διαδρομή στο πρώτο στάδιο περιλαμβάνει ένα πολύ εκτεθειμένο πέρασμα μιας χιονούρας, το Gouter Couloir ("το φονικό σημείο" όπως το ονομάζουν) από την οποία όταν έχει μεγάλη θερμοκρασία πέφτουν μεγάλες πέτρες και χιόνια. Επιπλέον, το μεγάλο υψόμετρο στο καταφύγιο Gouter προκαλεί σημαντικά προβλήματα υγείας (τα στατιστικά δείχνουν ότι ο ένας τους 2 ορειβάτες που κοιμούνται στο καταφύγιο δεν αναβαίνουν στην κορυφή λόγω αδιαθεσίας από το υψόμετρο). Το δεύτερο στάδιο, από το καταφύγιο στην κορυφή, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο όταν οι συνθήκες του καιρού το επιτρέπουν (υπάρχει ορατότητα και δεν πνέουν δυνατοί άνεμοι). Απαιτείται πολύ μεγάλη εμπειρία όταν έχει άσχημο καιρό γιατί δεν υπάρχουν σημάδια προσανατολισμού παρά μόνο μια έρημος από χιόνι. Η κορυφογραμμή που οδηγεί στην κορυφή είναι τόσο λεπτή που χωράει μόνο ένα άτομο και απαιτεί μεγάλη αυτοσυγκέντρωση κάτι που δεν είναι πάντοτε εφικτό λόγω του υψομέτρου και της κούρασης (στην κορυφή το οξυγόνο είναι περίπου μισό από ότι στο επίπεδο της θάλασσας!).
 
Η Μίνα με τον Θανάση στην κορυφή Mont Blanc 4.807 μ.
 

Το Ημερολόγιο της Ανάβασης:

Τρίτη, 6 Αυγούστου:

Αναχώρηση από το Chamonix για το χωριό Les Houches, από εκεί με τελεφερίκ στη τοποθεσία Bellevue (1800μ.) και με οδοντωτό στο Nid d' Aigle (φωλιά του αετού) στα 2372 μ. Στις 10:00 π.μ. περίπου αρχίζουμε την πορεία. Πολύς κόσμος και ζέστη. Μετά το καταφύγιο Tete Rouse, στα 3.167 μ. ο καιρός αρχίζει να χαλάει (η πρόβλεψη αποδείχτηκε λάθος). Αντικρίζουμε για πρώτη φορά τη φημισμένη χιονούρα, το Gouter Couloir. Δεν πέφτει όμως τίποτα, όλα είναι κιόλας σφικτά από το κρύο. Το φορτίο μας βαρύ και οι κινήσεις αναρριχητικές 3ου βαθμού. Αρχίζουμε να νιώθουμε την επίδραση του υψομέτρου και συνεχίζουμε να προωθούμαςτε αργά και σταθερά με σκοπό να πετύχουμε ένα σωστό εγκλιματισμό. Φτάνουμε στο καταφύγιο Gouter (στα 3.817 μ.) 15:45 μ.μ. ελαφρώς κουρασμένοι και προβληματισμένοι γιατί είχε αρχίσει σχεδόν να χιονίζει. Στο καταφύγιο γινόταν ένας πανικός, 100 κρεβάτια και 200 ορειβάτες. Κάναμε αμέσως κράτηση για δείπνο και μια γωνίτσα στο πάτωμα! Τα φώτα έκλειναν στις 20:00 μ.μ. , μέχρι τις 19:00 μ.μ. είχαμε δειπνήσει (σούπα με τυρί ροκφόρ, κρέας με πουρέ και γλυκό) και διαπραγματευόμασταν ακόμα για κανένα κρεβάτι. Τελικά ήμασταν υπέρ -τυχεροί, βρήκαμε ενάμισι κρεβάτι! Ευτυχώς δεν είχαμε πονοκέφαλο. Πήραμε όμως μια ασπιρίνη για προληπτικούς λόγους.

Τρίτη, 6 Αυγούστου:

Δυστυχώς, στις 2 το πρωί που έχει εγερτήριο και η προετοιμασία για τη κορυφή δεν σηκώθηκε κανείς. Έξω έχει χιονοθύελλα. Στις 7:30 π.μ. όλοι είναι στο πόδι και παίρνουν πρωινό. Ο καιρός είναι άσχημος και οι περισσότεροι αποφασίζουν να κατεβούν. Εμείς μένουμε. Υπάρχει μια πιθανότητα ο καιρός να είναι καλός την Πέμπτη. Έτσι στο καταφύγιο μένουμε 20 το πολύ άτομα.

Τετάρτη, 7 Αυγούστου:

Και πάλι ο καιρός δεν είναι για κορυφή, κανείς δεν τόλμησε να βγει έξω στις 2 το πρωί. Αργότερα οι περισσότεροι θα πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. Εμείς αποφασίσαμε να παραμείνουμε, κάναμε κράτηση και πληρώσαμε. Τελικά αυτά που έγραψαν στον πίνακα ανακοινώσεων δεν μας φάνηκαν πολύ καλά, συννεφιές και ομίχλες. Μιλήσαμε με τους ανθρώπους του καταφυγίου και μας επιβεβαίωσαν ότι ο καιρός θα ήταν χάλια μέχρι την επόμενη Τρίτη. Άρα δεν είχε νόημα να μείνουμε. Ετοιμαστήκαμε (ευτυχώς μας επέστρεψαν τα 80 ευρώ που κόστιζε η διαμονή και διατροφή για δύο άτομα) και 9:30 αρχίσαμε την κατάβαση. Κατεβαίνοντας βλέπαμε πολύ κόσμο να ανεβαίνει μη μπορώντας να εξηγήσουμε το φαινόμενο αυτό. Στις 4 πάρα ήμασταν στο σταθμό του οδοντωτού και περιμέναμε σχεδόν μια ώρα. Όταν φτάσαμε στο κάμπινγκ η σκηνή μας ήταν βρεγμένη, είχε ρίξει πολύ βροχή.
Την επόμενη μέρα τελικά είχε πολύ καλό καιρό. Η πρόβλεψη στο καταφύγιο αποδείχθηκε λάθος. Σταθήκαμε πολύ άτυχοι, θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει κορυφή. Από την Aiguille du Midi (3.842 μ.) όπου πήγαμε βόλτα με το ψηλότερο τελεφερίκ του κόσμου βλέπαμε την κορυφή του Mont Blanc, απογοητευμένοι που δεν ήμασταν εκεί.
Ήταν σίγουρα μια δοκιμασία για τα νεύρα μας. Τα συναισθήματα μας βαριά και ανάμικτα, να ξαναπροσπαθήσουμε ή όχι; Όμως οι τόσοι μήνες προετοιμασίας που είχαμε αφιερώσει στην Ελλάδα δεν έπρεπε να παν χαμένοι. Είχαμε ένα στόχο, δεν είχαμε έρθει στις Άλπεις μόνο για τουρισμό, αλλά και για να γεμίσουμε ορειβατικές εμπειρίες. Έτσι αποφασίσαμε να παραμείνουμε στην περιοχή του Chamonix και να περιμένουμε για την βελτίωση του καιρού την οποία τοποθετούσαν από την ερχόμενη Δευτέρα 12 Αυγούστου. Ήταν Παρασκευή και το Σαββατοκύριακο προβλεπόταν πολύ βροχερό. Η υγεία μας στο κάμπινγκ άρχισε να κλονίζεται κυρίως από την υγρασία. Μετά από τη βόλτα μας στο Mer de Glace, σπεύσαμε σε ένα από τα πολύ οργανωμένα γραφεία τουριστικών πληροφοριών και σε πέντε λεπτά μας είχανε βρει ένα πολύ συμπαθητικό ξενοδοχείο, το Aguille Vert, σε τιμή πολύ προσιτή (45,80 ευρώ). Θα μου μείνει αξέχαστη η θέα από το παράθυρο του δωματίου και η μυρωδιά του γαλλικού καφέ στην αίθουσα του πρωινού. Το Σάββατο κάναμε μια μεγάλη βόλτα στην Ελβετία μέχρι το Zermatt. Βέβαια και εκεί ο καιρός ήταν χάλια και δεν μπορέσαμε να δούμε το Matterhorn. Μάλιστα στο Zermatt χιόνιζε και η θερμοκρασία ήταν 2 βαθμούς κελσίου! Η όλη ατμόσφαιρα θύμιζε περισσότερο Χριστούγεννα παρά Αύγουστο. Την Κυριακή επισκεφτήκαμε μια γειτονική πόλη χτισμένη στις όχθες της λίμνης Lac, την Anecy. Η παλιά πόλη ήταν υπέροχη, με κανάλια όπως η Βενετία. Εκείνη τη μέρα γινόταν και ένα παζάρι με είδη τροφίμων. Η βροχή έπεφτε ασταμάτητα και εμείς κάναμε βόλτα κάτω από τις στοές χαζεύοντας τα είδη τέχνης και σουβενίρ. Το απόγευμα γυρίσαμε στο Chamonix και πήγαμε στο la maison du montange (το σπίτι του βουνού) για να πάρουμε την πρόβλεψη του καιρού. Ο καιρός είχε αρχίσει να ανοίγει και η πρόβλεψη ήταν ευοίωνη. Φυσικά είχαμε προβλέψει να κλείσουμε θέση στο Gouter από την Παρασκευή ( ένα πράγμα έπρεπε να συνειδητοποιήσουμε για την Γαλλία: κάνε μια κράτηση κι ας την να υπάρχει έστω κι αν δεν τη χρησιμοποιήσεις!) για τη Δευτέρα το βράδυ αλλά όχι και για την Τρίτη γιατί ήταν γεμάτο. Φάγαμε κάτι και κουρασμένοι πήγαμε στο ξενοδοχείο. Πήραμε την απόφαση να ξαναπροσπαθήσουμε.

Δευτέρα, 12 Αυγούστου:

Το πρωί ξυπνήσαμε 7.00 - πολύ αργά για ένα τέτοιου είδους εγχείρημα. Οι τουριστικές εκδρομούλες μας είχαν κουράσει και τώρα φάνηκε για τα καλά. Άρον - άρον ετοιμαστήκαμε και φύγαμε να προλάβουμε το τελεφερίκ και το τρενάκι. Δυστυχώς έπρεπε να περιμένουμε το τρενάκι για πολύ ώρα και τελικά αρχίσαμε την πορεία γύρω στις 11.00. Ο καιρός ήταν σφιχτός αλλά αυτό ήταν υπέρ μας, περάσαμε το επικίνδυνο πέρασμα άνετα. Νιώθαμε κουρασμένοι και χωρίς ρυθμό αν και ελαφρότεροι αυτή τη φορά κατά έναν υπνόσακο (είχαμε πάρει μαζί μας μόνο ένα κάριματ γιατί τελικά στο καταφύγιο εξαιτίας της πολυκοσμίας είχε πολύ ζέστη). Σε κάποια στιγμή σκεφτήκαμε μήπως αυτό που κάνουμε είναι μια τρέλα - μόνοι μας για δεύτερη φορά σ' αυτά τα βράχια. Ήμασταν όμως ήδη στα μέσα της διαδρομής, έπρεπε να συνεχίσουμε, να φανούμε αντάξιοι των ίδιων μας των δυνατοτήτων και των προσδοκιών. Φτάσαμε τελικά στο Gouter γύρω στις 5.30. Τα παιδιά από το καταφύγιο δεν πίστευαν στα μάτια τους. Κατ' αρχήν μας ζήτησαν συγνώμη για τη λανθασμένη πρόβλεψη και κατά δεύτερο μας έκαναν καλύτερη τιμή (60 ευρώ αντί για 80 τα δύο άτομα)! Μας είπαν ακόμη ότι αύριο θα ήταν εντάξει αλλά να περιμένουμε να ανοίξουν το μονοπάτι οι πρώτοι μιας και είχε χιονίσει πρόσφατα. Φάγαμε και πέσαμε στα κρεβάτια μας από τις 8.00 το απόγευμα. Μόνο με την ιδέα ότι αύριο θα μπορούσαμε να κάνουμε κορυφή φορτιστήκαμε με δύναμη και θετική ενέργεια.

Τρίτη, 13 Αυγούστου:
Το ξυπνητήρι χτύπησε, ήταν 2.00 το πρωί. Όλοι ήταν στο πόδι. Κάποιοι είχαν ήδη ξεκινήσει. Εμείς μέχρι να ετοιμαστούμε και να πάρουμε πρωινό έγινε 3.30. Φύσαγε δυνατά και το κρύο της αυγής γινότανε ακόμα πιο δυνατό. Αρχίσαμε να νιώθουμε πλέον καθαρά την επίδραση του υψομέτρου στις κινήσεις μας. Έπρεπε να κινούμαστε αργά και σταθερά. Μια επιπλέον κίνηση σε λαχάνιαζε αμέσως. Ήταν ακόμα νύχτα και οι φακοί των ορειβατών που ανέβαιναν ο ένας πίσω από τον άλλο φώτιζαν τη διαδρομή μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Το θέαμα της ανατολής στα 4.300 μέτρα ήταν πραγματικά ανεπανάληπτο! Η πλαγιά του βουνού ντυμένη με ένα γλυκό πορφυρό χρώμα και οι κορυφές μία μία άρχιζαν να ξεπροβάλουν. Η άφιξη του ήλιου καταλάγιασε το κρύο και η καλή ορατότητα έδινε πιθανότητες για την κορυφή. Η στάση το καταφύγιο ανάγκης Vallot στα 4.362 μ. ήταν πράγματι αναγκαία. Έπρεπε να φορέσουμε ακόμη ένα fleece για να προστατευθούμε από τον αέρα. Τα τελευταία μέτρα ήταν μια δοκιμασία. Το οξυγόνο ήταν τόσο λίγο ώστε κάθε 15 με 20 μέτρα έπρεπε να σταματάμε για να πάρουμε βαθιές αναπνοές. Και επιτέλους, η λεπτή κορυφογραμμή ήταν μπροστά μας. Στις 10.00 η θέα από το ψηλότερο σημείο των Άλπεων και της δυτικής Ευρώπης ήταν γεγονός. Αγκαλιαστήκαμε και δακρύσαμε. Βγάλαμε γρήγορα φωτογραφίες γιατί το κρύο ήταν δυνατό λόγω του αέρα (-12 Κελσίου) και ρίξαμε μια γρήγορη ματιά στο ανάγλυφο των Άλπεων. Αρχίσαμε να κατηφορίζουμε σιγά σιγά και 2.00 το μεσημέρι ήμασταν πίσω στο καταφύγιο. Το τελευταίο τρενάκι ήταν στις 4.30 οπότε μάλλον δεν το προλαβαίναμε. Δεν υπήρχε όμως περίπτωση να μείνουμε γιατί είχε υπερβολικό κόσμο (η επόμενη μέρα θα ήταν ακόμη καλύτερη για κορφή). Ξενικήσαμε για το Tete Rouse, το κάτω καταφύγιο στα 3.100 μ. Φτάσαμε 6.00 το απόγευμα αλλά για κακή μας τύχη ήταν και αυτό γεμάτο. Μάλιστα δεν μας άφησαν ούτε στο πάτωμα να κοιμηθούμε! Ήταν 7.00 και εμείς στα 3.100μ. στέγη και τροφή. Κάποιοι συμπαθούντες αποφάσισαν να κατεβούν όσο μπορούσαν σε χαμηλό υψόμετρο για να διανυκτερεύσουν έξω. Δεν είχαμε κι εμείς άλλη επιλογή και αρχίσαμε να τρέχουμε. Φτάσαμε στο σταθμό του τρένου στα 2.300 μ. περίπου στις 8.00 το απόγευμα και άρχιζε να νυχτώνει. Έπρεπε να συνεχίσουμε τουλάχιστον μέχρι το σταθμό του τελεφερίκ στα 1.800 μ. για να μπορέσουμε να διανυκτερεύσουμε χωρίς υπνόσακο. Βάλαμε τους φακούς μας και ακολουθήσαμε τις γραμμές του οδοντωτού. Από πίσω μας ακολουθούσαν τα "ibex", τα ελάφια των Άλπεων που δεν φοβούνται τους ανθρώπους. Στις 9.30 το βράδυ ήμασταν έξω από το σταθμό του τελεφερίκ. Μόνοι μας καθώς ήμασταν στρώσαμε τα κάριματ και προσπαθήσαμε να ξεχάσουμε το κρύο (που ευτυχώς δεν ήταν πολύ) και την μυρωδιά του ιδρώτα που αναδείκνυαν τα ρούχα μας και αν όχι να κοιμηθούμε να ξεκουραστούμε λίγο. Είχαμε συμπληρώσει 17 ώρες ορειβασία και σχεδόν 4.000μ. (1.000 μ. ανάβαση και 3.000μ. κατάβαση).

Την επόμενη μέρα, Τετάρτη πήραμε το τελεφερίκ στις 7.30 το πρωί και κατεβήκαμε στο πάρκιν όπου και είχαμε το αυτοκίνητο. Πλυθήκαμε, αλλάξαμε ρούχα και ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στο όμορφο Chamonix ξεκινήσαμε για Βενετία (ήμασταν εκεί σε πέντε ώρες). Το όνειρο μας, η ανάβαση στο Mont Blanc, είχε γίνει πραγματικότητα. Νέα όνειρα άρχισαν ήδη να γεννιούνται.Back